ζάγρος

ζάγρος
(Zagros). Ορεινό συγκρότημα (ψηλότερη κορυφή 4.432 μ.) της δυτικής Ασίας, που ορίζει από τα Δ και τα Ν το ιρανικό οροπέδιο. Εκτείνεται από την Αρμενία έως το Βελουχιστάν και δεσπόζει του βαθυπέδου της Μεσοποταμίας, του Περσικού κόλπου και του κόλπου του Ομάν. Πολιτικά, ανήκει κατά το μεγαλύτερο μέρος στο Ιράν· όμως, το βορειοδυτικό τμήμα του διασχίζει και την ανατολική Τουρκία και το βορειοανατολικό Ιράκ. Γεωλογικά, το σύστημα χρονολογείται από την τριτογενή περίοδο και αποτελεί μία από τις πιο επιβλητικές και πιο τυπικές εκδηλώσεις της αλπικο-ιμαλαϊανής ορεογένεσης. Από τεκτονική άποψη, το βορειοδυτικό τμήμα είναι το πιο ποικίλο και παρουσιάζει τις μεγαλύτερες αντιθέσεις: τις ορεινές γραμμές διαδέχονται εσωτερικές λεκάνες, ανάμεσα στις οποίες και εκείνη που σήμερα καλύπτουν τα νερά της λίμνης Ουρμίας, ίσως από καταβύθιση, μεμονωμένα ανάγλυφα, ηφαιστειακά συγκροτήματα, όπως το Σαχάντ (3.700 μ.) στο Αζερμπαϊτζάν στα Α της λίμνης Ουρμίας, και βαθιές κοιλάδες τις οποίες διασχίζουν ορμητικοί χείμαρροι. Αντίθετα, ο κεντρικός Z. παρουσιάζεται ως μία απόλυτα κανονική διαδοχή ορεινών ευθύγραμμων προεκτάσεων, άγονων κατά το μεγαλύτερο μέρος και χωρίς βλάστηση, με κατεύθυνση από ΒΑ προς ΝΑ, που περικλείουν εσωτερικές λεκάνες, σκεπασμένες συχνά από μεγάλες εκτάσεις αλατιού. Πιο ανώμαλο παρουσιάζεται το νοτιοανατολικό τμήμα, όπου τα ανάγλυφα, χαμηλότερου ύψους, έχουν συγκεχυμένη διάταξη. Παρ’ όλα αυτά, είναι ευδιάκριτη η γενική κατεύθυνση από Α προς Δ. Αρκετά συχνά, με την ονομασία Ζ. υποδηλώνεται ένα μέρος του συστήματος και κυρίως το τμήμα που εκτείνεται από το Αζερμπαϊτζάν έως το Φαρς με νοτιοανατολική κατεύθυνση. Φωτογραφία του ορεινού συγκροτήματος του Ζάγρου, στο Ιράν, από δορυφόρο της ΝΑΣΑ (φωτ. ΝΑSA, earth.jsc.nasa.gov.). Τοπίο του Ζάγρου, ορεινού συστήματος της δυτικής Ασίας, κοντά στην αρχαία Περσέπολη.
* * *
ζάγρος, -α, -ον (Α)
ανυπόδητος, ξυπόλητος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ζάγρος — barefoot masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζάγρον — ζάγρος barefoot masc acc sg ζάγρος barefoot neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζάγρου — ζάγρος barefoot masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζάγρῳ — ζάγρος barefoot masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • ζάγρα — ζάγρᾱ , ζάγρα fem nom/voc/acc dual ζάγρᾱ , ζάγρα fem nom/voc sg (attic doric aeolic) ζάγρος barefoot neut nom/voc/acc pl ζάγρᾱ , ζάγρος barefoot fem nom/voc/acc dual ζάγρᾱ , ζάγρος barefoot fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ЗАГР —    • Zagrus,          Ζάγρος, ветвь Таврских гор, лежащая между Арменией, Мидией и Ассирией, часть Гордиейской цепи (Курдистанский хребет) и ныне носит это название; в нем находится Загрошский или Мидийский проход, ныне Сарпул. Polib., 5, 55.… …   Реальный словарь классических древностей

  • CHALONITIS — Graece Χαλωνῖτις, apud Strabonem, ubi de lacu Thoniti, Μετὰ δὲ τὸν μυχὸν λίμνης, εἰς βάραθρον ἐμπεσὼν ὁ ποταμὸς, καὶ πολὺν τόπον ενεχθεὶς ὑπὸ γῆς, ἀνατέλλει κατα τὴν Χαλωνῖτιν. Et Plin. l. 6. c. 27. Fungitur Chalonitis cum Ctesiphonte. ad eam… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

  • Κασσίτες ή Κοσσαίοι — Αρχαίος λαός της Μεσοποταμίας. Ζούσαν στην οροσειρά Ζάγρος του δυτικού Ιράν, στην περιοχή του σημερινού Λουριστάν, κατά τη διάρκεια της 2ης και 1ης χιλιετίας π.Χ. Στα μέσα του 18ου αι. π.Χ. οι Κ. εισέβαλαν στη Βαβυλωνία, την κατάκτηση της οποίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”